Βράδυ Χριστουγέννων.
Μια βόλτα στο κέντρο.
Σε μια χαρούμενα (όσο αυτό είναι δυνατόν) στολισμένη Αθήνα.
Ευκαιρία, λόγος κι αφορμή για απόδραση από τη ρουτίνα των τόσων προβλημάτων.
Των δικών μου, των δικών σου, όλων.
Σαν να νομίζεις πως κάτι θα αλλάξει με τα στολίδια, τις γιρλάντες, τα φωτάκια...
Σαν να πείθεις τον εαυτό σου γι'αυτό.
Σαν...
Κόσμος πάει κι έρχεται.
Παρέες που γελάνε.
Ζευγάρια πιασμένα χέρι-χέρι.
Αλλά και άνθρωποι μοναχικοί, σκυθρωποί, μελαγχολικοί.
Δεν πάει πολύς καιρός.
Που μελαγχολικά κοιτούσα.
Που μοναχικά περπατούσα.
Που σκυθρωπά χωνόμουν ανάμεσα στον κόσμο να κρυφτώ.
Περπατάω σε γεμάτους κόσμο δρόμους.
Φωτισμένους.
Και ταυτόχρονα σκοτεινούς.
Περπατάω δίπλα σας.
Και έτσι απλά, δίχως αιτίες, χωρίς προφανείς εξηγήσεις χαμογελάω.
Σπάει έτσι η μοναξιά σε εκατομμύρια κομματάκια. Σκορπίζονται παντού.
Κι ο αέρας κάνει σωστά την δουλειά του. Τα παίρνει μακριά.
Ξέρω, κάποια στιγμή θα μου τα επιστρέψει και το παζλ θα φτιαχτεί από την αρχή.
Δεν με νοιάζει.
Τώρα, αυτή την στιγμή νιώθω.
Πιο πλήρης από ποτέ.
Πιο δυνατή από ποτέ.
Πιο ασφαλής από ποτέ.
Πόσο θα ήθελα να μπορούσα να βρω τις λέξεις που αρμόζουν.
για να πω το ευχαριστώ.
για να περιγράψω όσα αισθάνομαι.
για την αλλαγή που τόσο σαρωτικά χρωμάτισε τα πάντα.
τα ως τώρα ασπρόμαυρα.
μέσα μου
και γύρω μου.
Και ενώ περπατούσαμε, κοιτούσα γύρω μου.
Την Αθήνα, τους δρόμους. Έψαχνα να βρω γνώριμες γωνιές του χθες.
Πού είναι όλα;
Πώς άλλαξαν έτσι;
Πόσο μεγάλωσα;
Πόσα έχασα;
Ξαφνικά όλες οι ερωτήσεις χάνουν την δύναμή τους.
Χάνουν την επιρροή τους μέσα μου.
Χάνουν.
Και μπορώ να κοιτάω την στολισμένη Αθήνα και να χαμογελάω.
Και μπορώ ξανά να νιώθω δυνατή.
Πιο πολύ από πριν.
Αυτό το βράδυ δεν μιλούσα πολύ.
Νομίζω μόνο χαμογελούσα.
Και κοιτούσα.
Πρόσωπα.
Βλέμματα.
Ψυχές.
Κι ήταν σαν να έβλεπα μέσα μου.
Κι αυτό (πάντα θα) είναι αρκετό.
Μια βόλτα στο κέντρο.
Σε μια χαρούμενα (όσο αυτό είναι δυνατόν) στολισμένη Αθήνα.
Ευκαιρία, λόγος κι αφορμή για απόδραση από τη ρουτίνα των τόσων προβλημάτων.
Των δικών μου, των δικών σου, όλων.
Σαν να νομίζεις πως κάτι θα αλλάξει με τα στολίδια, τις γιρλάντες, τα φωτάκια...
Σαν να πείθεις τον εαυτό σου γι'αυτό.
Σαν...
Κόσμος πάει κι έρχεται.
Παρέες που γελάνε.
Ζευγάρια πιασμένα χέρι-χέρι.
Αλλά και άνθρωποι μοναχικοί, σκυθρωποί, μελαγχολικοί.
Δεν πάει πολύς καιρός.
Που μελαγχολικά κοιτούσα.
Που μοναχικά περπατούσα.
Που σκυθρωπά χωνόμουν ανάμεσα στον κόσμο να κρυφτώ.
Περπατάω σε γεμάτους κόσμο δρόμους.
Φωτισμένους.
Και ταυτόχρονα σκοτεινούς.
Περπατάω δίπλα σας.
Και έτσι απλά, δίχως αιτίες, χωρίς προφανείς εξηγήσεις χαμογελάω.
Σπάει έτσι η μοναξιά σε εκατομμύρια κομματάκια. Σκορπίζονται παντού.
Κι ο αέρας κάνει σωστά την δουλειά του. Τα παίρνει μακριά.
Ξέρω, κάποια στιγμή θα μου τα επιστρέψει και το παζλ θα φτιαχτεί από την αρχή.
Δεν με νοιάζει.
Τώρα, αυτή την στιγμή νιώθω.
Πιο πλήρης από ποτέ.
Πιο δυνατή από ποτέ.
Πιο ασφαλής από ποτέ.
Πόσο θα ήθελα να μπορούσα να βρω τις λέξεις που αρμόζουν.
για να πω το ευχαριστώ.
για να περιγράψω όσα αισθάνομαι.
για την αλλαγή που τόσο σαρωτικά χρωμάτισε τα πάντα.
τα ως τώρα ασπρόμαυρα.
μέσα μου
και γύρω μου.
Και ενώ περπατούσαμε, κοιτούσα γύρω μου.
Την Αθήνα, τους δρόμους. Έψαχνα να βρω γνώριμες γωνιές του χθες.
Πού είναι όλα;
Πώς άλλαξαν έτσι;
Πόσο μεγάλωσα;
Πόσα έχασα;
Ξαφνικά όλες οι ερωτήσεις χάνουν την δύναμή τους.
Χάνουν την επιρροή τους μέσα μου.
Χάνουν.
Και μπορώ να κοιτάω την στολισμένη Αθήνα και να χαμογελάω.
Και μπορώ ξανά να νιώθω δυνατή.
Πιο πολύ από πριν.
Αυτό το βράδυ δεν μιλούσα πολύ.
Νομίζω μόνο χαμογελούσα.
Και κοιτούσα.
Πρόσωπα.
Βλέμματα.
Ψυχές.
Κι ήταν σαν να έβλεπα μέσα μου.
Κι αυτό (πάντα θα) είναι αρκετό.