Powered By Blogger

2021/08/08

δύο ξαπλωτά άπειρα

Δεν πίστευα ότι θα το περάσω δεύτερη φορά. Μετά από εκείνη την πρώτη, στο κεφάλι μου έγινες ατσάλινη, άτρωτη, πάντα παρούσα. Και παραλίγο να μην ήσουν. Φρόντισες εσύ για το αντίθετο.

Ήρθε σαν χαστούκι. Μετά έγινε γροθιά στα μούτρα. Κι όσο εσύ πάλευες, εγώ έπρεπε να σταθώ, να τα τακτοποιήσω όλα, να τα φροντίσω όλα. Άγνωστο πώς.

Ήμουν και δεν ήμουν στον χώρο. Κάπου ενδιάμεσα ή και κάπου αλλού. Να κάνω τα καλύτερα σενάρια. Να κάνω τα χειρότερα σενάρια. Σε εκείνο το σημείο του χρόνου και της μνήμης όπου ήμαστε οι δυο μας. Να μουδιάζω, να χαμογελάω από μέσα μου, να κλαίω απέξω μου, να μετράω τα σ’αγαπάω που τα τελευταία χρόνια δεν σου είπα.

Ήμουν και δεν ήμουν στον χώρο. Κι οι άνθρωποι δίπλα μου, οι δικοί μου άνθρωποι, θολές φιγούρες. Που στάθηκαν σιωπηλά πλάι μου. Δεν υπάρχουν αρκετά ευχαριστώ στον κόσμο για να τους πω. Γι’αυτό και για πολλά άλλα.

Μέχρι εκείνο το κλάμα της ανακούφισης, το πηγάδι ήταν βαθύ. Και το βαρέλι είχε άπειρους πάτους. Τους μέτρησα έναν έναν.

Σε είδα. Όπως δεν ήθελα ποτέ μου να σε δω. Και όπως μέχρι να πεθάνω, δεν θα ξεχάσω ποτέ μου. Σαν να αισθάνθηκες ότι ήμουν εκεί. Το ξέρω ότι δεν ήταν δυνατό, αλλά έτσι έμοιαζε. Και το κλάμα μπερδεύτηκε πάλι. Από στενοχώρια ή από ανακούφιση, ακόμα δεν μπορώ να το πω.

Κι έπειτα αντιστρέψαμε τους ρόλους. Ενίοτε εξακολουθούμε να τους κρατάμε έτσι ανάποδους. Κι εγώ σαν φυλαχτό.

Μετράω δύο ξαπλωτά άπειρα. Με ό,τι είμαι και με ό,τι έχω μέσα μου, εύχομαι να μετρήσω πολλά ακόμα. Και σε κάθε ξαπλωτό άπειρο που θα μας βρίσκει παρέα, θα σου λέω ένα ευχαριστώ που είσαι εδώ κι ένα σ’αγαπάω. Όπως σήμερα.

Δύο.

Ξαπλωτά άπειρα δύο.

2018/05/27

μέσα από το τζάμι

όλα μου τα θέλω μέσα από το τζάμι τα κοιτώ
να το κάνω κομμάτια θέλω
κι η διαδρομή να φωνάζει κοντά, να ουρλιάζει μαζί

όλα μου τα θέλω σε εκείνο το βλέμμα τα είδα
μαγικό πώς βλέπεις την ψυχή σου να ζει σε ένα άλλο σώμα
πώς οι φόβοι σου όλοι έχουν κι άλλο όνομα
και πώς οι λέξεις δεν είναι απαραίτητο να ειπωθούν

ενήλικες σε παιχνίδια εφήβων που φωνάζουν φωτιά
μέχρι να έρθει η στιγμή που οι τοίχοι θα γκρεμιστούν
μέχρι οι ψυχές να παραδοθούν
ώσπου οι στιγμές όλες να γεμίσουν γλύκα
ξέρεις τον τρόπο
ξέρω τον τρόπο

όλα μου τα θέλω μπροστά είναι
να μου φωνάζεις μέρα και σου λέω καλή
μισά-μισά όλα
να πίνουμε ελληνικό από την ίδια κούπα
να στρίβεις τσιγάρο και να το καπνίζουμε εναλλάξ
να σου χαρίσω ό,τι σου'λειψε
να με κρατήσεις σφιχτά
να με πας μια βόλτα και να με χτυπάει ο αέρας
ρόδες δύο κι εγώ να σου ψιθυρίζω πάμε
να σου χαρίζω μουσικές και να μου τις τραγουδάς
να μπλέξω τα δάχτυλά μου στα δικά σου
να ανασάνουμε παρέα

να μου κλείνεις το μάτι και να χαμογελάς
να με πειράζεις και να σου βγάζω γλώσσα
να μ'αφήνεις να σ'αγγίξω χωρίς να με φοβάσαι
να σ'αφήσω να δεις αυτό που κανείς δεν βλέπει

να κοιτάξουμε την θάλασσα παρέα
να σου μιλήσω για το μπλε κι όλα όσα έχω πνίξει μέσα του
να σου μάθω να μου γελάς
να με μάθεις να σε βλέπω
κι έτσι αμίλητοι να διαλύουμε τις αμηχανίες

να με κρυφοκοιτάς μέσα από το τζάμι κι εγώ να σου χαμογελώ
να σ'ακουμπάω και να ηρεμείς
να μου μάθεις πώς είναι να νοιάζεσαι
κι ο χρόνος εδώ μέχρι το άγγιγμα να γίνει δικό μας

να πλησιάσω άσε με
να με δεις θα σ'αφήσω
όλα μου τα θέλω μέσα από το τζάμι τα κοιτώ
και μια διαδρομή που θα την περπατήσουμε παρέα
αν θέλεις, αν μπορείς
πώς είναι να με νιώσεις
πώς είναι να σε νιώσω

το χθες, το σήμερα και το αύριο
όλα εδώ

(ιστορίες μέσα από το τζάμι)



2018/01/22

πάντα άξια

Εκείνο το συναίσθημα όταν κοιτάζεις ανθρώπους δικούς σου. Που είναι σαν να κοιτάζεις το παρελθόν σου, το παρόν σου και συνάμα το μέλλον σου. Σε κοινές διαδρομές. Και χαμογελάς. Που στέκονται δίπλα σου. Και που τους φυλάς στην καρδιά σου. Είναι τύχη να στέκεσαι δίπλα τους. Ενίοτε να σηκώνεσαι στις μύτες για να τους φτάσεις. Και να τεντώνεσαι λίγο περισσότερο να φτάσεις το ανάστημα της καρδιάς τους. Εκείνο που δεν μετριέται σε εκατοστά.
Εκείνο το συναίσθημα όταν στέκεσαι δίπλα σε ανθρώπους αγαπημένους. Που σε κάνει να νιώθεις τόσο ξεχωριστά. Λίγο το έχεις να σε διαλέγουν να σταθείς εκεί; Λίγο το έχεις να σταυρώνεις τα χέρια και να νιώθεις να γίνονται λίγο πιο δικοί σου άνθρωποι; Λίγο το έχεις να γίνεσαι λίγο πιο δικός τους άνθρωπος;

Είναι μια ιστορία για κάτι παιδιά που τα αγαπάς αμέσως. Σαν να λέμε ο χρόνος δεν έχει μέτρημα. Πρώτα το Λ. κι έπειτα ο Ν. Που είναι φίλοι, είναι συνοδοιπόροι και έγιναν αδέρφια. Τα δικά μου. Δεν ήταν που τους ακολούθησα στο γύρω-γύρω όλοι. Δεν ήταν που υπέγραψα σε ένα χαρτί. Δεν ήταν τα λόγια που ειπώθηκαν. Ούτε αυτά που εννοούνται. Οικογένεια είναι οι φίλοι της καρδιάς. Οικογένεια ήμασταν ήδη. Όταν με αγκάλιαζαν. Κι όταν τους χαμογελούσα. Κάθε στιγμή που μοιραζόμαστε ζωή.

Στην τυπική ευχή, απαντούσα ευχαριστώ χαμογελώντας.
Είθε.

2017/11/08

παρενέργειες

Φέρε στο μυαλό σου μια ωραία σου στιγμή. Ή μία που θες να φτιάξεις. Έπειτα διάλεξε ένα χρώμα. Μη νοιάζεσαι. Εγώ θα στο δώσω. Να το κάνεις δικό σου. Και να ντύσεις την στιγμή σου. Μην απορείς. Και μένα μου το χάρισαν πιο πριν. Και τώρα στο μοιράζω ξανά. Να χαμογελάσεις όπως κι εγώ. Να νιώσεις την ασφάλεια του μη σε νοιάζει, εγώ είμαι εδώ. Και την ηρεμία όταν στέκονται πλάι σου. Έλα, διάλεξε. Δεν έχει λάκκο πουθενά. Δεν θα πέσεις. Δεν θα σ'αφήσω εγώ.

Για τα κρυφοκοιτάγματα.
Για όσα φωνάζουν σε προσέχω.
Για την ανατριχίλα.
Για την βόλτα την χρωστούμενη.
Και για εκείνον τον αέρα που φωνάζει αφήσου.

Έχει ωραίες παρενέργειες να λαμβάνεις αγάπη.

2017/08/14

χορεύουμε;

Δεν είναι ότι το ακούς για πρώτη φορά. Άπειρες φορές πριν. Που έχεις πατήσει το play. Που έχεις κουνήσει ρυθμικά το κεφάλι σου στη μελωδία του. Που έχεις ακούσει τους στίχους προσεκτικά φτιάχνοντας εικόνες στο κεφάλι σου. Που το έχεις σιγοτραγουδήσει. Σίγουρα δεν είναι ότι το ακούς για πρώτη φορά.

Μα έρχεται η στιγμή που το βάζεις να παίξει ξανά και μοιάζει σαν πρώτη φορά να είναι. Στις πρώτες νότες φαντάζεσαι ήδη να το χορεύεις. Χωρίς λέξεις. Με κινήσεις αργές. Με βήματα διστακτικά. Με αγγίγματα δειλά. Και κάθε που συναντώνται τα βλέμματα, χαμόγελα κρυφά. Σαν αυτά που συνήθισα πια. Φαντάζεσαι να το χορεύεις. Κι η ψυχή απέναντί σου έχει όνομα. Και τα μάτια καρφωμένα πάνω σου. Συναισθήματα. Παρελθόν και συνεπώς ένα κάποιο φορτίο. Φόβους. Δισταγμούς. Και πράγματα να δώσει. Αν στα προσφέρει, πάρτα.

Είναι κάποια τραγούδια που είναι άνθρωποι. Γίνονται άνθρωποι. Και το μόνο που θες να ανοίξεις τα χέρια. Να το χορέψεις αυτό το τραγούδι. Κι ας μη χόρευες ως τώρα. Να ανοίξεις την καρδιά σου στα δύο και να το βολέψεις εκεί. Να το πεις δικό σου. Και να δώσεις μια αγκαλιά. Κι όσο το κλείνεις στα χέρια σου, άλλο τόσο κλείνεσαι κι εσύ εκεί. Για αυτή την σιγουριά. Για το αίσθημα της ασφάλειας πως δεν θα σε πονέσουν. Για τα πρέπει που χαζά μοιάζουν. Για τους τοίχους που θέλεις να γκρεμίσεις. Για την ηρεμία και την ανατριχίλα και τα χαμόγελα που προκαλείς. Πιο πολύ για εκείνα που σου γυρνάνε πίσω. Κι όλα αυτά ταυτόχρονα.

Είναι κάποια τραγούδια που είναι άνθρωποι. Σώματα ανθρώπινα που η παραμικρή επαφή τα φοβίζει. Οι δύο κερδίζουν τον ένα. Να ξέρουν να περιμένουν αρκεί.  Μέχρι το τραγούδι να παίξει ξανά.

Δεν είναι ότι το ακούς για πρώτη φορά. Μα αν με αφήσεις να στο τραγουδήσω, κάθε φορά πρώτη θα είναι.


Χορεύουμε;



2017/06/18

XXXVIII



Στην επιστροφή με το αυτοκίνητο άκουγα Massive Attack. Το Angel. Σε πολλαπλές επαναλήψεις. Και κάθε φορά το μπάσο να χτυπάει μέσα μου. Να με βυθίζει και να με τινάζει ψηλά. Ζωή πες το.
Και έβρεχε πολύ. Ζαλάδα από την κίνηση των υαλοκαθαριστήρων. Σαν δυο δάχτυλα που κουνιούνται ρυθμικά λέγοντάς μου όχι, μη. Η άρνηση που πάντα με θυμώνει. Θα τη διαλύσω.
Φορούσα το καλό μου φόρεμα. Και τα ψηλά μου παπούτσια. Ήμουν η χαρούμενη εκδοχή του εαυτού μου. Τι κρίμα που δεν με είδαν έτσι όλοι όσοι ήθελα. Αυτοί που μ’αγαπάνε κι αυτοί που φοβούνται να το κάνουν. Έχω μια αγκαλιά για όλους. Σαν αυτή που άνοιξα στον λόφο ενώ έβρεχε. Λύτρωση.
Ήμουν η χαρούμενη εκδοχή του εαυτού μου. Θα γίνω περισσότερο. Υπόσχεση. Στους άλλους μα πιο πολύ σε μένα. Και χαμογέλασα. Για την βραδιά που πέρασα. Για τους φίλους που συνάντησα. Για τα γέλια και τα χαμόγελα και τα πειράγματα και την αγάπη που αιωρούταν πάνω από τα κεφάλια μας.
Ζωή απλή και την κάνουμε περίπλοκη. Όχι άλλο. Όχι πια.
Χωρίς πλάνο. Με ορμή στη διαδρομή. Τα επιτηδευμένα δεν μου κάνουν. Τα προγραμματισμένα μου προκαλούν αλλεργία. Όπως έρθει. Όταν έρθει. Ό,τι έρθει. Να το ζήσω. Θα το ζήσω.
Ήμουν η χαρούμενη εκδοχή του εαυτού μου. Θα γίνω περισσότερο. Έλα να το μοιραστούμε.


2016/10/23

ώρα

να τρέξεις, να προλάβεις 
να πας, να στριφογυρίσεις και να επιστρέψεις πάλι
να ξεχάσεις, να συγχωρήσεις, να θυμηθείς
να κρατήσεις, να αφήσεις και να προχωρήσεις
να είσαι εσύ, μια γυναίκα, ένας άντρας μα πάνω από όλα άνθρωπος
να αγαπάς, να κακιώνεις, να θυμώνεις και να ξεχνάς πάλι
να φοβηθείς, να δείξεις θάρρος, να κρυφτείς και να αποκαλυφθείς
να πολεμήσεις, να νικήσεις και να ηττηθείς
να δώσεις, να πάρεις και να νιώσεις
να είσαι μόνος, να είσαι μαζί, εναλλάξ και ταυτόχρονα
να επιμείνεις, να υποχωρήσεις ή απλά να αδιαφορήσεις
να έχεις εικόνες, μουσικές και ανθρώπους
μέσα σου

κι όταν το να γίνει θα, έλα να πούμε ιστορίες
από εκείνες που σε κάθε κόμμα ακουμπάει και μία λέξη

...ώρα...


2016/10/16

χρώμα παράξενο

Για πρώτη φορά σαν θεατής. Τόσα χρόνια μετά. Με το μαγικό χαρτάκι στη τσέπη.

Κάθε σκαλοπάτι με φέρνει λίγο πιο κοντά στο χάσιμο. Από εκείνα τα ωραία που γίνονται ταξίδια. Τα πιο σίγουρα. Όταν τα φώτα σβήνουν το ταξίδι ξεκινά. Κι έχω συνεπιβάτες δίπλα μου. Κι άλλους τόσους μέσα μου. Πάμε.

Στις πρώτες νότες το νιώθεις. Στις επόμενες σιγουρεύεσαι. Κι όσο οι νότες γεμίζουν τον χώρο, άλλο τόσο τα τραγούδια χτυπάνε μέσα σου. Λες και το μαρμάρινο κάθισμα ανοίγει στα δύο και σε ρουφάει. Σαν ξαφνικά να βρίσκεις τον εαυτό σου. Ξανά.

Χάνεσαι και βρίσκεσαι.

Σε στίχους. Σε μουσικές. Ταξιδιάρικα.

Βυθιζόμαστε και αναδυόμαστε.

Μαγικά.



 

2016/08/26

διακοπή

Να φεύγεις. Να δραπετεύεις. Να αδειάζεις το μυαλό μέχρι να μη θυμάσαι ό,τι στο σκοτεινιάζει. Να γεμίζεις το κεφάλι σου με μουσικές που γουστάρεις. Με τη μυρωδιά της θάλασσας μέσα σου. Με εικόνες που θες να κρατήσεις όσο περισσότερο μπορείς. Άμμος, μπλε της θάλασσας και του ουρανού, πράσινο κι αλμύρα. Κατάσταση φεύγα. Σ’αυτό το φεύγα μου έλα να με βρεις. Ή θα έρθω να σε βρω εγώ. Να γεμίσουμε κεφάλια και καρδιές με όλα όσα θα κρατήσουμε ακόμη κι όταν το φεύγα θα γίνει γύρνα. Με όλα όσα θα μείνουν στο μυαλό. Θα τα πάρω μαζί μου φεύγοντας. Κι άσε με να μείνω για λίγο εκεί. Που οι άνθρωποι χαμογελούν από καρδιάς. Που ανοίγουν μια αγκαλιά να σε κλείσουν μέσα της για όσο το χρειάζεσαι. Που το φεύγα σου είναι το μείνε τους.Κάποτε θα σου μιλήσω για όλα αυτά. Πώς είναι να φεύγεις. Πώς να δραπετεύεις. Πώς να αδειάζεις το μυαλό και πώς να το γεμίζεις φως. Μέχρι τότε πάμε να περπατήσουμε παρέα. Στο μπλε δίπλα. Ας μη πούμε πολλά. Είναι μέρες δικές μου. Και δικές σου. Είναι στιγμές που φτιάχνουμε παρέα. Και που θα τις θυμόμαστε κάθε που η καθημερινότητα θα μας στριμώχνει.Φεύγω. Δραπετεύω. Και γίνομαι η ανέμελη εκδοχή του εαυτού μου. Πιο συμπαθητική σαν να γίνομαι έτσι. Όχι; Θα στην αφήσω λίγο εδώ να μου την προσέχεις. Και θα φύγω. Μα θα επιστρέψω πάλι. Να δραπετεύσουμε παρέα. Ξανά. Ναι;




2016/07/24

πάλαι ποτέ


Σαν τίποτα να μην έχει αλλάξει και σαν όλα να είναι αλλιώς. Σαν ο χρόνος να μην έχει περάσει. Σαν να μην είναι ήδη πολύς. Σαν να μην έχουν μεγαλώσει οι αποστάσεις και σαν τα πόδια να μην έχουν στυλώσει δίχως να κάνουν ένα βήμα μπροστά. Ή έστω πίσω.
Και σαν μην είχε περάσει μέρα. Σαν να μην χάθηκαν τόσα πολλά από τις ζωές. Της δικής μου, της δικής σου και όλων μας μαζί. Σαν τα συναισθήματα να ζωντάνεψαν ξανά. Ποτέ δεν πέθαναν. Μόνο που τα βάλαμε για ύπνο. Πότε-πότε τα ξυπνάμε, τους χαμογελάμε, τα αγκαλιάζουμε και για ύπνο ξανά.
Λίγη ώρα μόνο μου πήρε μέχρι να αφήσω πίσω τα στενόχωρα. Να βρω τις ανάσες μου. Ξανά. Και να νιώσω την κάποτε ασφάλεια πως μόνο αυτοί που θέλω θα μπορέσουν να περάσουν τις ασπίδες μου. Σαν το είμαι εδώ που δεν χρειάζεται να ειπωθεί. Σαν να σου κρατάνε το χέρι σφιχτά δίχως καν να σε ακουμπάνε.
Στιγμές χάνω και από μια ανάσα. Σε κάθε κενό βλέμμα. Σε κάθε σιωπηλή στιγμή. Σε κάθε κουτουλιά που δίνω σε όσα μπαίνουν στον δρόμο μου την στιγμή που ανοίγω τα χέρια μου για αγκαλιά.
Έχεις περπατήσει ποτέ δίπλα σε άνθρωπο και ανάμεσά σας να υψώνεται ένας τοίχος; Σκόνταψα πάνω του πολλές φορές. Δεν έπεσα. Δεν θα πέσω. Μα είναι δύσκολο πολύ να ρίξεις τοίχους με χέρια δεμένα. Σκοντάφτω, κουτουλάω πάνω του μα (του) χαμογελώ.
Σε εκείνον τον κατηφορικό δρόμο σαν να άφησα και λίγο από μένα. Ως την επόμενη
φορά που στο τραπέζι θα απλώσουμε χαρές. Και γέλια. Και όσα κρύβονται στα κεφάλια. Τα μπερδεμένα που κάποτε θα λυθούν, μα όχι τώρα. Να τα απλώσουμε όλα. Να τα χαρούμε όλα. Να τα μοιραστούμε όλα. Ανάμεσα σε αποτσίγαρα και μισοπιωμένες μπύρες.
Πέντε λεπτά διαδρομή που μοιάζει κάπως μα δεν είναι ίδια. Χωρίς λέξεις πολλές. Με ανάσες βαθιές. Θα τις ξαναβρούμε. Και θα ενώσουμε τις παρενθέσεις ωσότου να μάθουμε ξανά να περπατάμε παρέα.


2016/06/26

όμορφα

Τελευταία ματιά στον καθρέφτη. ΟΚ, σαν καλούλα να είμαι, πάμε. Τσάντα, κλειδιά, κινητό και φεύγω.

Σάββατο απόγευμα. Τον χειμώνα θα το έλεγα βραδάκι. Μετριέται αλλιώς ο χρόνος στις εποχές που περνάνε. Μετράω αλλιώτικα τον χρόνο στα χρόνια που περνάνε.

Κάνει αφόρητη ζέστη. Στο αυτοκίνητο, το γύρισμα της μίζας και τα εκατό χρόνια των Cure με βάζουν στη σωστή τροχιά. Κουμπώνω πρώτη, γκάζι, φύγαμε.

Απόψε θέλω να ακούσω ροκ. Να δω φίλους. Να πούμε χαζομάρες και να γελάσουμε. Δυνατά. Να τσουγκρίσουμε τα ποτήρια μας και να φτιάξουμε αναμνήσεις. Και με κάποιους από αυτούς, να κοιταχτούμε χωρίς να χρειάζεται να πούμε τίποτα άλλο. Να γελάσουμε μωρέ. Πίνοντας μπύρες. Και να μπορέσουμε γυρνώντας σπίτια μας, να πούμε ήταν όμορφα απόψε.

 

Ευχές εδώ, ευχές εκεί, ευχές και λίγο παραπέρα. Στο τσούγκρισμα των ποτηριών θυμάμαι να λέω τσίριο και να μου απαντάνε υγεία. Γαμημένος χαμένος χρόνος.

Στη πρώτη γουλιά θυμήθηκα που κάποιος μου ευχήθηκε σφιχτές αγκαλιές. Έδωσα μερικές τέτοιες απόψε. Άλλες (θα) τις χρωστάω. Είθε.

 

Γνώριμα μέρη με άλλα πρόσωπα. Άλλα καινούργια, άλλα διαφορετικά και κάποια άλλα που έγιναν το κάθε μέρα μου. Γέλια, σχόλια, τσουγκρίσματα, πίσω να παίζει μουσική κι εγώ μέσα μου γελάω. Μπορεί να μη το βλέπεις αλλά γελάω. Για αυτές τις μικρές στιγμές. Ανάσες τις βαφτίζω. Τις εισπνέω.

 

Φοράω μπλε φουστάνι και κάνω συνειρμούς. Χαμογελάω μα στο μυαλό μου όλα μπλέκονται. Τα περασμένα, τα τωρινά και τα μελλούμενα. Σκαλώνω στο γνώριμο τραγούδι που παίζει τώρα. Να θυμηθώ να πιω μια μπύρα ακόμη. Εκείνη την χρωστούμενη.  

 

Στην αλλαγή σκηνικού κοιτάζω ουρανό. Τώρα που τίποτα δεν μου κόβει τη θέα. Όμορφα. Κουνάω ρυθμικά το κεφάλι στο τραγούδι που μου αρέσει. Γιατί έτσι. Απλά και όμορφα.

Στο τελευταίο τσούγκρισμα των ποτηριών σκέφτομαι πως όλα για κάποιο λόγο γίνονται. Και πως όσα όμορφα έζησα θα τα κουβαλάω πάντα μαζί μου. Περισσότερο πως τα ομορφότερα ίσως να είναι δυο βήματα πιο κάτω. Όλα για κάποιο λόγο γίνονται. Τα εύκολα, τα δύσκολα, τα χαμόγελα και τα δάκρυα. Οι άνθρωποι που έμειναν, εκείνοι που έφυγαν κι αυτοί που στέκονται σε μια γωνιά. Κομμάτια ζωής που συνεχίζει το ταξίδι. Όλα δικά μου είναι.

 

Μουσικές, χαμόγελα, αγάπη, αγκαλιές σφιχτές και τα αστέρια από πάνω μου. Στην επιστροφή με το αυτοκίνητο τραγουδάω δυνατά με κατεβασμένα παράθυρα. Κάποιοι στο φανάρι με κοιτάζουν απορημένοι. Αδιαφορώ.

 

Διαδρομή νούμερο 37 και συνεχίζω.

Όμορφα.



2016/04/25

το τέρας

το τέρας σε καταπίνει ολόκληρο

άλλες φορές λίγο-λίγο

αργά και βασανιστικά για να σε βλέπει να υποφέρεις

άλλες φορές λαίμαργα με μόνο μια κίνηση

λες και θα προλάβει κάποιος άλλος να σε αρπάξει από τα χέρια του

 

το τέρας σε καταπίνει ολόκληρο

και θα συνεχίσει να σε καταπίνει

αργά και γρήγορα, εναλλάξ μέχρι να χορτάσει

έτσι κι αλλιώς όσο πιο πολλά σου παίρνει, τόσο περισσότερο πεινάει

μέχρι να μην έχει μείνει τίποτα από σένα να καταπιεί

 

κι εσύ θυμώνεις, ουρλιάζεις, ασφυκτιάς

και μαζεύεις την οργή σαν να ήταν βότσαλα στη θάλασσα

και δεμένος χειροπόδαρα κοιτάς

το τέρας να καταπίνει

τις μέρες σου και τις νύχτες σου

τις θάλασσες και τους ουρανούς σου

τις ησυχίες και τια βαβούρες σου

τις εικόνες και τα χαμόγελα που στερείς από τους ανθρώπους σου

 

το τέρας σε καταπίνει ολόκληρο χαϊδεύοντας με ικανοποίηση την κοιλιά του

και όσο και να το πολεμάς

το τέρας πάντα τέρας θα μένει


2016/03/20

περί άνθισης



Μένω εκεί. Σε μια γωνιά. Να σας παρατηρώ. Να σας βλέπω. Να μεγαλώνετε. Να αλλάζετε. Να ψηλώνετε. Να ανθίζετε. Να χαρίζετε χρώματα. Και αρώματα. Και χαμογελώ.

Κι έπειτα να μαραίνεστε. Και περιμένω. Να αλλάξετε και πάλι. Να μεγαλώσετε κι άλλο. Να ξανανθίσετε. Και να δω πάλι τα τόσα χρώματα. Να ξαναμυρίσω τις ευωδιές. Χρώματα και αρώματα που είχα συνηθίσει.

Και παρατηρώ πάλι. Πώς απλώνετε τα κλαδιά σας. Που ακουμπάνε πάνω σε άλλα μέχρι τα δικά σας να γίνουν αρκετά δυνατά να σταθούν μόνα τους. Ώσπου να ακουμπήσουν σε κάποια άλλα. Στον ήλιο και στα σύννεφα. Στη ζέστη και στο κρύο. Στη λιακάδα και στη βροχή.

Και περιμένω. Μέχρι να. Στο όποτε δεν. Στο κάποτε ναι.

Φορές δεν έχω υπομονή. Άλλη. Να περιμένω. Λαχταρώ τα χρώματα. Και τα αρώματα. Την στιγμή της άνθισης. Μα μαραμένα μένετε.

Σε πείσμα χαμογελώ. Που κάποτε ανθίσατε. Κοντά μου. Και χάρηκα το χρώμα και το άρωμα. Για όσο.

Περιμένω. Και παρατηρώ. Με τη μελαγχολία της κάποτε άνθισης. Ώσπου παύω να περιμένω. Και να παρατηρώ.

Για να ανθίσει το λουλούδι, άφησέ το ελεύθερο να μεγαλώσει. Το χρώμα δεν εκβιάζεται. Ούτε και το άρωμα. Χρειάζεται ένα θέλω για να σου χαριστούν.


κι αν το χώμα περισσεύει, μετακίνησέ το σε άλλη γλάστρα


(invisible scars take forever to heal)
(the noble art of letting go)