Powered By Blogger

2014/08/24

αποπροσανατολισμοί


χάνω

χάνομαι

χάθηκα

θα χαθώ

κι άλλο

 

χάνεσαι

χάθηκαν

χαθήκαμε

θα χαθούμε

περισσότερο

 

χάνω

πιο πολλά κάθε μέρα

χάνομαι

σε στιγμές, εικόνες και χαμόγελα

χάθηκαν

πρόσωπα, συναισθήματα, ιστορίες

 

θα επιστρέψω

κι εγώ κι εσύ

όλοι

ίσως

μια μέρα

 

ίσως μια μέρα ο χρόνος να μη σημαίνει απώλειες


[We're running out of alibis from the second of May
reminds me of the summer time on this winter's day

See you at the bitter end]

2014/08/21

Αύγουστος

Άδεια πόλη. Αύγουστος στην Αθήνα. Περιέργως πάντα μου άρεσε αυτή η αίσθησή της. Άδεια. Χωρίς πολλούς θορύβους. Χωρίς φωνές. Χωρίς εκείνους που περπατούν σκυφτοί και σκοντάφτουν πάνω σου μουγκρίζοντας συγκαταβατικά. Χωρίς εκείνον τον εκνευρισμό που μας κάνει να ξεχνάμε πως ο κάθε άνθρωπος που περπατάει δίπλα μας, κουβαλάει και την μικρή του ιστορία μαζί.

Άδεια πόλη. Πιο ήρεμη μοιάζει να είναι. Κυρίως πιο ανθρώπινη. Και κάπως πιο γραφική. Στιγμές σαν να νιώθεις πως σε γυρνάει χρόνια πίσω. Τότε που ήταν πιο όμορφη. Υπήρξα τυχερή που την πρόλαβα έτσι. Κι αυτή η καλοκαιρινή της ηρεμία, σου δημιουργεί ένα αίσθημα ασφάλειας. Ίσως και ευχαρίστησης. Που είσαι εδώ και την περπατάς. Όπως τότε.

Κάνει ζέστη σήμερα. Πολλή. Μα το σπίτι δεν με κρατά. Μετρό θα πάρω, λίγες στάσεις και είμαι εκεί. Στο κέντρο που αγάπησα. Τελευταίως περισσότερο. Πολύ κοντά του μεγάλωσα άλλωστε.

Κάπως πιο διαφορετικό μοιάζει. Τώρα που είναι πιο άδειο από όσο συνήθως. Που οι ρυθμοί έχουν πέσει. Που οι άνθρωποι φαίνονται πιο ήρεμοι. Και πιο χαρούμενοι. Στο κάνει το καλοκαίρι αυτό. Ενίοτε.

Και σαν ο θόρυβος να αλλάζει. Δεν είναι πια οι φωνές και τα βρισίδια των μποτιλιαρισμένων οδηγών. Δεν είναι τα οργισμένα συνθήματα όσων έχουν αδικηθεί που περπατάνε μπουλούκι στις πορείες. Δεν είναι τα κορναρίσματα και το τρέξιμο και το μαρσάρισμα των λεωφορείων και το άγχος και τα παγωμένα, ανέκφραστα πρόσωπα.

Τώρα είναι οι συζητήσεις από χαρούμενες παρέες. Να μιλάνε για τα μέρη που είδαν. Ή θα δουν. Για την μέρα που θα περάσουν στη θάλασσα. Για τον καφέ που θα πιουν. Είναι τα αγόρια με τις βερμούδες. Είναι τα κορίτσια με τα σανδάλια. Είναι τα κλειστά πανεπιστήμια. Και τα ακόμα περισσότερα κλειστά μαγαζιά. Λόγω διακοπών και μη. Είναι η πόλη πιο όμορφη. Πάντα ήταν. Είναι οι τουρίστες που ανακαλύπτουν εντυπωσιασμένοι τις όμορφες γωνιές της.

Σαν τουρίστας κι εγώ. Στην πόλη μου. Να (ξανα)ανακαλύπτω τις ομορφιές της. Τα απίστευτα, επιβλητικά κτίρια που σιωπηλά στέκονται εκεί. Που όλη την χρονιά τόσο εύκολα προσπερνούσα. Που ξαφνικά συνειδητοποιώ πως ποτέ δεν μπήκα στον κόπο να ψάξω την ιστορία τους. Τόσο σεμνά και περήφανα την κουβαλάνε. Τις ιστορικές γωνιές στις οποίες ποτέ δεν στάθηκα να ρίξω ένα βλέμμα. Κι όμως το να ανακαλύπτεις ξανά, κρύβει μέσα του μια κάποια παιδικότητα. Από χρόνια χαμένη.

Άδεια πόλη. Κάνει ζέστη. Και τα πόδια βαραίνουν. Δεν προχωράνε άλλο. Με οδηγούν αργά σε μια από τις γνωστές ταράτσες. Αυτές που ανακάλυψα πρόσφατα. Και που δημιούργησα τόσες αναμνήσεις εκεί. Ένα αυθόρμητο γλυκόπικρο χαμόγελο. Πού να’ναι τώρα; Ο καφές στο τραπεζάκι μπρος μου κι όλη η Αθήνα να απλώνεται στα πόδια μου. Και ένα μπλε πάνω από το κεφάλι μου. Όμορφα.

Μου λείπει και δεν μου λείπει. Που ξέμεινα εδώ. Μόνη. Συνήθισα ξανά. Που μικρές ημερήσιες αποδράσεις δεν έγραψαν – και - το όνομά μου πάνω τους. Που εγκλωβίστηκα ξανά. Που ξεχάστηκα έτσι απλά. Μα μυρίζει γιασεμί εδώ και όλα ξαφνικά γίνονται καλύτερα. Καλοκαίρι είναι. Κι ας μη μοιάζει έτσι μέσα μου.

Σουρουπώνει. Η πιο αγαπημένη μου ώρα. Η στιγμή που οι μικρές φωτεινές κουκίδες εμφανίζονται. Η στιγμή που η Αθήνα απλώνεται στα πόδια μου με χιλιάδες μικροσκοπικά φωτάκια αναμμένα. Ο καφές γίνεται κρασί. Και συνεχίζει να μυρίζει γιασεμί.

Έπειτα η γνωστή διαδρομή. Με τα πόδια. Στα πλακόστρωτα. Αλλιώτικη μου φαίνεται τώρα. Μα και ίδια ταυτόχρονα. Ξαναστέκομαι στις όμορφες γωνιές. Θυμάμαι. Αναπολώ. Χαμογελώ.

Άδεια πόλη. Και πιο ήρεμη. Πιο ανθρώπινη. Σήμερα σαν να ήταν όλη δική μου. Κι ας μην ήταν. Το συνήθισα πια.

Στην επιστροφή χαμογελούσα. Κι ας έκανε μια διαολεμένη ζέστη που μου έλιωνε το κορμί. Ήταν μια μέρα δική μου. Σαν τουρίστας σε μια καινούργια πόλη. Να ανακαλύπτω τις ομορφιές της. Στην πόλη μου.

Άδεια πόλη. Αύγουστος στην Αθήνα. Μπορεί. Είναι. Θα μπορούσε. Να είναι. Όμορφα.

2014/08/19

τέλος πάντων

Να το πάλι. Να μην ξέρω τι ταιριάζει πιο πολύ. Ευχαριστώ ή συγνώμη. Χαμόγελο ή δάκρυ. Θυμός ή κατανόηση. Θέση να βρουν οι λέξεις προσπαθούν. Χωρίς απαντήσεις να χρειάζεται να δώσουν.  

Τέλος πάντων.

Ίσως απλά να κλείνει ένας κύκλος. Όχι απαραίτητα για να ανοίξει ένας άλλος. Αλλάζει η ζωή. Κι οι συνήθειες. Κι οι ανάγκες. Κι οι άνθρωποι πιο πολύ. Οι στιγμές περισσότερο.

Τέλος πάντων.

Μια φράση να γίνεται συνήθεια κάθε φορά που η πραγματικότητα προδίδει τις προσδοκίες. Κάθε φορά που η ανάμνηση επιστρέφει. Και πονάει χαμογελώντας. Ή χαμογελά πονώντας. Για να σε πάει παρακάτω. Κι ας μην προχωράς ποτέ ξανά ο ίδιος.

Τέλος πάντων.

Στιγμές μοιάζει το πριν να ήταν πιο ασφαλές. Κι ας μην. Σε όσες στιγμές του. Σε όλες τις στιγμές του. Που τίποτα δεν σου χαμογελούσε. Που κανέναν δεν χρειαζόσουν. Όταν δεν αντίκριζες το φως. Όταν κανείς δεν άπλωνε το χέρι για να περπατήσει μαζί σου. Μια διαδρομή. Αυτή την διαδρομή. Όποια διαδρομή. Και την επόμενη. Και όσες ακόμη.

Τέλος πάντων.

Μπορεί να μην υπάρχει καν απάντηση. Μπορεί κιόλας οι λέξεις που ακουμπούν στα χέρια να μην είναι αρκετές για να κλείσουν μέσα τους όσα νιώθεις. Ή θα ήθελες να πεις. Οριζόντιες παρενθέσεις που τυλίγονται σε κορμιά. Μα κι αν τυλίγουν το κορμί, πιο πολύ ακουμπούν στην ψυχή. Κάπως έτσι πρέπει να είναι.

Τέλος πάντων.

Ίσως οι παρουσίες είναι μοιραίο να γίνουν απουσίες. Ίσως ο ρόλος τους να είναι ακριβώς αυτός. Να έρθουν. Να σου μάθουν. Να σε αλλάξουν. Να σου πουν την ιστορία τους για να βρεις κομμάτια σου μέσα τους. Να σου φτιάξουν κάτι όμορφο για να έχεις να θυμάσαι. Να μοιραστούν στιγμές μαζί σου. Κι έπειτα να χαθούν. Όπως ήρθαν.

Τέλος πάντων.

Μα αν δεν είχες μάθει στο σκοτάδι, πώς θα χαιρόσουν το φως;

Αν δεν είχες πέσει, πώς θα’ξερες πώς να σηκωθείς;

Αν δεν σου’κλειναν το στόμα, πώς η ανάσα θα έμοιαζε αλλιώτικη;

Αν δεν μοιραζόσουν μια στιγμή, πώς θα μάθαινες να μοιράζεσαι ζωή;

Τέλος πάντων.

Κορμιά που αγγίζεις κι όμως δεν είναι εκεί. Μικροί εξαναγκασμοί που παίρνουν περισσότερα από όσα δίνουν. Βλέμματα άδεια που έπαψαν να συναντιούνται. Σιωπές συναισθήματος που έδωσαν την θέση τους στο κενό.

Τέλος πάντων.

Θα’θελα. Να μη με νοιάζει θα’θελα. Να μη ραγίζει το μέσα μου θα’θελα.

Να μοιραζόμουν πιο πολλά θα’θελα. Να προλάβαινα θα’θελα.

Τέλος πάντων.

Επιστροφή στο σκοτεινό δωμάτιο. Αυτή τη φορά, η πόρτα κλείνει πίσω μου. Χωρίς πόνο. Και με. Χωρίς φόβο. Και με. Χωρίς απώλειες. Και με.

Τέλος πάντων.


Με ένα τέλος πάντων δεν κυλάει η ζωή. 

2014/08/04

ίσως

χάνονται κι επιστρέφουν
μαραίνονται και ξανανθίζουν
μελαγχολούν και χαμογελούν
ξανά
ίσως λίγο ίδια
ίσως λίγο διαφορετικά
σχέσεις, στιγμές, άνθρωποι, ανάσες

ίσως έλειψαν για καιρό
ίσως ο καιρός (μας) αλλάζει
ίσως εγώ άλλαξα πιο πολύ από όλους
ίσως έμαθα να μην χρειάζεται να εξηγώ
ίσως έμαθα να διαβάζω τα βλέμματα
ίσως συνήθισα να διαβάζουν τα δικά μου
ίσως όσα πριν ανεχόμουν να μην μπορώ πια
ίσως τα απλά και τα αληθινά να είναι η μόνη επιλογή
ίσως μεγαλώνω
ίσως απλά κουράστηκα

μα η αλήθεια κοστίζει
στερεί, προσφέρει και επαναπροσδιορίζει
συναισθήματα, στιγμές και σχέσεις
και γίνεται κομμάτι μικρών ιστοριών
με τελείες
με παύλες
με αποσιωπητικά
άλλες που τελειώνουν
άλλες που απορρίπτεις
άλλες που συνεχίζονται
κι όμως πάντα κομμάτι σου θα μένουν

κι ό,τι φεύγει πάντα θα σου λείπει
ό,τι χάνεται θα σε πονάει περισσότερο
ξεχειλωμένα όρια που δεν πάνε παραπέρα 
για όσα σου λείπουν ενώ δίπλα σου είναι
για όσα χάνονται ενώ στα μάτια σε κοιτάνε
για όσα ουρλιάζουν την στιγμή που σιωπούν 
σαν να ψηλαφίζεις στο σκοτάδι λίγο πριν βουλιάξεις μοιάζει

χάνομαι κι επιστρέφω
μαραίνομαι και ξανανθίζω
μελαγχολώ και χαμογελώ
ξανά
ίσως λίγο ίδια
ίσως λίγο διαφορετικά
ίσως τα ίδια να μην είναι τόσο ίδια τελικά