Powered By Blogger

2014/11/30

είναι κάτι έρωτες

είναι κάτι έρωτες....

που δεν χωρούν σε σχήματα κι ας αλλάζουν για λίγο το δικό σου
που περπατούν διαδρομές άγνωστες μα δεν φοβούνται
που δεν χρειάζονται λόγια για να γίνουν κατανοητοί
που τους αναγνωρίζεις δίχως αμφιβολία
είναι αυτοί που δεν γνωρίζουν πρέπει, μήπως, αν, ίσως
είναι εκείνοι που δεν σε συνάντησαν όταν φορούσες το καλό σου φόρεμα
είναι εκείνοι που σου είπαν καλημέρα πριν καν ανοίξεις τα μάτια σου
που ανέπνευσαν την κάθε σου ανάσα γιατί απλά δεν γινόταν αλλιώς

είναι εκείνοι που δεν τόλμησαν να σε αγγίξουν
που φοβήθηκαν την φωτιά και έφυγαν μακριά
που στάθηκαν δειλοί κι ας περπάταγες εσύ πάνω σε σχοινί τεντωμένο
κι από κάτω ο γκρεμός
είναι εκείνοι που συνήθισαν να αναπνέεις δίπλα τους
μα να αναγνωρίσουν την ανάσα σου δεν μπορούν
είναι όσοι σε έσπρωξαν σε μια τρελή διαδρομή στην κατηφόρα
που σε έλιωσαν μα δεν σε έκαψαν

που σε είδαν να ψηλώνεις και σου άνοιξαν χώρο να περάσεις
που κρατούσαν μαχαίρια μα διάλεξαν να μη τα χρησιμοποιήσουν
είναι εκείνοι που δίνουν υπόσταση πραγματική στο σώμα σου
που αφήνουν λέξεις και πράξεις να κυλάνε προς το μέρος σου δίχως να τις μετράνε
που σε κάνουν να αναρωτιέσαι πώς ήσουν πριν
είναι εκείνοι που δεν κουράζονται, δεν κοιμούνται, δεν σταματούν
είναι όσοι θα σου χαμογελάσουν φεύγοντας για να έχεις μια ωραία εικόνα να θυμάσαι

είναι κάτι έρωτες....
που σαν ξαπλωτό οχτάρι δεν ορίζονται από διάρκεια
είναι οι ίδιοι που έγιναν εσύ
και που σε πήραν από το χέρι να σε πάνε βόλτα σε καινούργια μονοπάτια
που σου είπαν συγνώμη για όσα δεν πρόλαβαν κι ας μη τη χρειαζόσουν
που σου είπαν ευχαριστώ για ό,τι μοιράστηκε στα δύο

περίμενέ με εκεί, στο γνωστό σημείο
περίμενε, ώσπου να σου χαμογελάσω και να τα ζήσω όλα από την αρχή
με πόνους στο κορμί, με χαμόγελο στο πρόσωπο
με λίγα, με πολλά, με όσα
σχεδόν άθικτη, σχεδόν γεμάτη, σχεδόν άδεια

είναι κάτι έρωτες....
που γεννήθηκαν
που έζησαν
που έφυγαν
που....

ήταν κάτι έρωτες....


2014/11/23

τα πράγματα είναι απλά

Ο φίλος μου ο Β. λέει ότι τα πράγματα είναι απλά. Πως ένα κι ένα, κάνουν δύο. Ασφαλώς ο συλλογισμός έχει και συνέχεια, μα δεν θα στην πω. Όχι τώρα. Εκείνο που θα σου πω, είναι ότι όσο μεγαλώνω συνειδητοποιώ πως αυτό το σκεπτικό έχει γίνει στάση ζωής. Χωρίς ενοχές πια που δεν ταιριάζω με τους πολλούς. Χωρίς το αλλόκοτη που μου είχαν φορέσει για ταμπέλα, να με ενοχλεί πια. Μπορώ να σου πω πως πλέον το περηφανεύομαι κιόλας. Έτσι είναι. Δεν είμαστε όλοι ίδιοι. Κάποιοι αναπνέουν αλλιώτικα το ψέμα τους. Όχι. Δεν πρόκειται για αγώνα ανωτερότητας. Ούτε για εκείνες τις απέλπιδες προσπάθειες να αποδείξεις το πιο σου. Κανείς δεν είναι καλύτερος από κάποιον άλλο. Μόνο διαφορετικός είναι.

Θυμώνω όμως. Με μένα. Που επί χρόνια ξοδεύτηκα. Και που πέταξα τόσο χρόνο δικό μου που πίσω δεν γυρνάει, να ψάχνω τις κρυφές γωνιές. Λέξεων, κινήσεων, καταστάσεων. Μια υπερανάλυση των πάντων που θα ζήλευε κι ο πιο καταξιωμένος επιστήμονας του είδους. Αυτή είμαι. Δεν ήξερα αλλιώς. Δεν ξέρω αλλιώς. 
Τόσος χρόνος που ξοδεύτηκε σε κάποια μήπως. Και σε αν. Και σε βαθύτερα νοήματα ή δεύτερα και τρίτα επίπεδα που δεν υπήρξαν ποτέ. Αντί να γίνεται ζωή. Ανάσες, αναμνήσεις και εμπειρίες.
Μαλακίες.

Και κάθε φορά που το να κλείνω πόρτες και παράθυρα αφήνοντας τον κόσμο απέξω, μοιάζει η μόνη επιλογή που θα ήθελα να έχω, μια φράση ακούω μέσα στο κεφάλι μου.
Τα πράγματα είναι απλά. Ένα κι ένα κάνουν δύο.
Γιατί είναι κάποιες λέξεις που τόσο φυσικά σχηματίζουν προτάσεις. Είναι οι ίδιες λέξεις, οι ίδιες φράσεις που ακούς από ανθρώπους δικούς σου που μοιάζουν σαν να διαπερνούν το σώμα. Και το μυαλό κυρίως.
Οι ίδιες λέξεις, οι ίδιες φράσεις που σε σπρώχνουν να κουνηθείς από την θέση που τόσο καλά βολεύτηκες.

Ναι, τα πράγματα είναι απλά. Δεν ξέρω αν ένα κι ένα κάνουν δύο τελικά, μα όλα μοιάζουν καλύτερα και πιο όμορφα όταν τα απλουστεύεις μέσα στο κεφάλι σου. Και σε τελική ανάλυση, ποιος ο λόγος για τόση πολλή προσπάθεια όταν στην άλλη γωνία ίσως περιμένει κάτι άλλο που κυλάει τόσο απλά; Που η σκέψη του μήπως, του αν και του πώς απλά δεν χρειάζεται. Που μπαίνει στην ζωή σου και γίνεται κομμάτι σου. Θες, δε θες.

Να, είδες; Πάλι το έκανα. Να ξεδιπλώνω ολόκληρο σκεπτικό για τα πράγματα που είναι απλά, αντί να πάρω τα πόδια μου και να πάω να τα συναντήσω. Να δω την ομορφιά τους και να χαμογελάσω. Όλα κρύβουν ένα μικρό κομμάτι ομορφιάς μέσα τους. Κι ας με μελαγχολούν ενίοτε ταυτοχρόνως.

Απλό και όμορφο το λουλούδι που ανθίζει και σε γεμίζει χρώματα και ευωδιές.
Απλό και όμορφο ένα τραγούδι που σφηνώνει στο μυαλό και σου γεννάει τόσα συναισθήματα.
Απλό και όμορφο να καταλαβαίνουν τις σιωπές σου και να σου φωνάζουν την αγάπη τους μόνο με ένα βλέμμα.
Απλός και όμορφος ο ουρανός με τα σύννεφα που κόβουν βόλτες πέρα-δώθε.
Απλό και όμορφο σε μια διαδρομή με το μετρό, τόσες εικόνες να τρέχουν μπροστά στα μάτια σου μέχρι να ζαλιστείς.
Απλό και όμορφο να έχεις ανθρώπους που να μπορείς να περπατάς δίπλα τους χωρίς να λες κουβέντα μα να μοιάζει σαν να έχεις πει τα πάντα.

Ναι, τα πράγματα είναι απλά. Και ενίοτε όμορφα.
Δεν ξέρω αν τελικά ένα κι ένα κάνουν δύο, μα υπόσχομαι να το ανακαλύψω. 
Γιατί τα έχω κάνει όλα.
Μύρισα το λουλούδι στη γλάστρα. Και του είπα ευχαριστώ που γέμισε με χρώμα τα μάτια μου.
Άκουσα ένα τραγούδι και βυθίστηκα μέσα του. Σε λούπα. Όπως κάθε μα κάθε φορά.
Σιώπησα και δεν χρειάστηκε να εξηγήσω γιατί. Ήξεραν.
Κοίταξα ψηλά στον ουρανό, έκλεισα τα μάτια και πήγα βόλτα μ'ένα σύννεφο. Είχα τριγύρω μου μπλε κι ήταν όμορφα.
Έτρεξαν οι εικόνες μπροστά στα μάτια μου. Έτρεξα κι εγώ να τις προλάβω, μα δεν. Ζαλίστηκα.
Περπάτησα δίπλα σε ανθρώπους δικούς μου. Σιωπηλά. Κι ας έτρεχαν τόσα πολλά μέσα στο κεφάλι.
Δεν είπα κουβέντα. Δεν ξέρω αν κατάλαβαν. Μα ένιωσα σαν να είπα τα πάντα.

Τα πράγματα είναι απλά.
Και ίσως ένα κι ένα να κάνουν δύο τελικά.  

2014/11/02

μερικές φορές


φορεμένες μάσκες σε συναντήσεις με λόγια που άργησαν πολύ
χαμόγελα επιτηδευμένα που πασχίζουν να σκεπάσουν αμηχανίες
πόρτες που ανοιγοκλείνουν μόνο για να ταϊσουν τσακισμένους εγωισμούς
για άλλη μια φορά θα διαλέξεις αυτό που θα σε πονέσει πιο πολύ

κι η φωτιά επιστρέφει στις άκρες των δαχτύλων
να κάψει τις λέξεις που που ο πόνος κι ο χρόνος ξεθώριασε
όλα οφείλουν να τελειώνουν ακριβώς όπως αρχίζουν
με φωτιά

κι όλες οι σιωπηρές υποσχέσεις που δεν τηρήθηκαν επιστρέφουν
εκεί ακριβώς όπου δόθηκαν
να λιώσουν στο χώμα
να εκραγούν στον αέρα
να φύγουν μακριά
ή να γίνουν ένα με το σώμα

κάποιες φορές, κάποιοι άνθρωποι περπατούν εκεί που άλλοι φοβούνται να πάνε
επιθυμίες ή ανάγκες που φωνάζουν μαζί
στο σκοτάδι ή στο φως

λάθη στο παραλίγο που μοιάζουν σαν να έγιναν
μερικές φορές αυτό που θέλεις με αυτό που χρειάζεσαι δεν είναι το ίδιο πράγμα


2014/10/28

δεν ήξερα

Και πορεύεσαι. Υπάρχεις. Ανασαίνεις. Όπως εγώ. Όπως όλοι. Με τα χαρούμενα και τα στενόχωρα. Με τα όλα σου.
Και μέσα σε όλα αυτά επιλέγεις. Καλώς κάνεις. Δεν είναι ο ρόλος μου να κρίνω. Αν είναι σωστό ή λάθος. Δεν μπορώ και δεν θέλω. Να κρίνω. Έτσι κι αλλιώς το δικό μου το σωστό δεν είναι απαραίτητα και δικό σου. Ακριβώς όπως και το λάθος. Επιλέγεις όπως νιώθεις. Αρκεί.
Συγχώρα με που δεν διάλεξα στρατόπεδο. Δεν ήξερα ότι έπρεπε. Δεν ήξερα καν ότι βρισκόμαστε σε πόλεμο. Το μόνο που ήξερα, να μοιράζομαι σιωπές. Και βλέμματα. Και διαδρομές.
Να δημιουργώ αναμνήσεις και να τις κρατάω κοντά μου. Ζωντανές. Για να κάνουν παρέα και με άλλες καινούργιες.
Ήξερα εκείνες τις μαγικές στιγμές. Εκείνα τα ξεχωριστά σημεία που συναντώνται οι ζωές. Και που ξαφνικά άνθρωποι γνωστοί ή άγνωστοι, ίδιοι ή διαφορετικοί, είναι ή γίνονται δικοί σου. 
Συγχώρα με. Δεν ήξερα.
Δεν ξέρω. Αν το μαύρο μου είναι περισσότερο ή λιγότερο σκοτεινό από το δικό σου. Ή αν το φως μου είναι περισσότερο ή λιγότερο λαμπερό από το δικό σου. Αν αυτό που χρειάζεσαι είναι να σε αφήσω να βουλιάξεις ή να σου απλώσω το χέρι για να στηριχτείς. Συγχώρα με που ήμουν πρόθυμη να σου προσφέρω αυτό που θα ήθελα να κάνουν αν ήμουν εγώ. Που φορές ελάχιστες το ένιωσα σε όλη μου την ζωή. Και που ήταν η στιγμή που αποφάσισα πως το χώμα δεν είναι εκεί για να τρίβεις τα μούτρα σου πάνω του. Ούτε για να πληγώνεις τα γόνατά σου όταν έχεις πέσει.
Το χώμα είναι εκεί για να το πατάς. Για να χτυπάς με πείσμα το πόδι σου και να το σηκώνεις στον αέρα. Λίγο πριν δώσεις μια για να φτάσεις ξανά στην επιφάνεια.
Συγχώρα με. Δεν ήξερα.
Μα και τώρα που ξέρω, τίποτα δεν θα άλλαζα. Τίποτα δεν θα έπαιρνα πίσω. Μόνο λυπάμαι. Που όταν το ένα χέρι απλώνεται με τα δάχτυλα τεντωμένα, ένα άλλο τα σφίγγει σε γροθιά.
Συγχώρα με. Δεν ήξερα.
Δεν ήξερα ότι πολεμούσαμε.
Μεταξύ μας.

2014/09/21

θολά

Ίσως μια ιστορία να έχει τελικά διάφορες εκδοχές. Μία αυτή που νιώθεις. Μία αυτή που σκέφτεσαι. Και μία η πραγματική. Κάτι ήσυχα βράδια σε ένα φθινοπωρινό κέντρο, το βλέπεις καθαρά. Ίσως πάντα να το έβλεπες. Να κλείνεις τα μάτια προτιμούσες.

Και ίσως μια ιστορία να φτιάχνεται από τις προσδοκίες που γεννάει το μυαλό. Θολώνει έτσι η εικόνα που αντικρίζουν τα μάτια. Ωραιοποιείται. Μυθοποιείται. Μέχρι να καεί. Ή να την κάψεις.

Ίσως κάθε ιστορία να ακολουθεί την διαδρομή που της έπρεπε.


Τελεία. Ηρεμία. Και φεύγω.

2014/09/14

λίγο καλοκαίρι ακόμα

στιγμές μικρές

σαν αναμνήσεις να έμοιαζαν

μιας συνάντησης με ένα κύμα που έχασα

με έναν ήλιο που μου έκλεινε τα μάτια

στιγμές μικρές σαν αναμνήσεις ενός καλοκαιριού

που καλοκαίρι δεν ήταν

που παίζει κρυφτό με τις γωνιές τις σκοτεινές

αυτές που πάντα σου τραντάζουν το κορμί

αυτές που σου μουδιάζουν το μυαλό

ακόμα

 

να μπορούσα

μόνο να μπορούσα

να φωτίσω τα σκοτάδια

να αλλάξω τις αναπνοές

να φέρω τον ήλιο στις εικόνες

και να τους βάλω λίγο από το γαλάζιο που έχει τρυπώσει στο μυαλό

 

να μπορούσα

μόνο να μπορούσα

να απλώσω τα χέρια

από τον βυθό να τραβήξω

όσα έλειψαν καιρό

κι όσα λείπουν καιρό

και όσα θα λείψουν για καιρό

ένα χαμόγελο τους χρωστάω

για να χαμογελάσουν κι αυτά 

σε όποια γωνιά και αν ανασαίνουν 

 

στιγμές μικρές

να δώσω λίγο από την ανάσα μου

σε ένα καλοκαίρι που καλοκαίρι δεν ήταν

 

άσε με εδώ για λίγο

να ξεχαστώ

να βυθιστώ

να ανασάνω

να ζήσω λίγο καλοκαίρι ακόμα

2014/08/24

αποπροσανατολισμοί


χάνω

χάνομαι

χάθηκα

θα χαθώ

κι άλλο

 

χάνεσαι

χάθηκαν

χαθήκαμε

θα χαθούμε

περισσότερο

 

χάνω

πιο πολλά κάθε μέρα

χάνομαι

σε στιγμές, εικόνες και χαμόγελα

χάθηκαν

πρόσωπα, συναισθήματα, ιστορίες

 

θα επιστρέψω

κι εγώ κι εσύ

όλοι

ίσως

μια μέρα

 

ίσως μια μέρα ο χρόνος να μη σημαίνει απώλειες


[We're running out of alibis from the second of May
reminds me of the summer time on this winter's day

See you at the bitter end]

2014/08/21

Αύγουστος

Άδεια πόλη. Αύγουστος στην Αθήνα. Περιέργως πάντα μου άρεσε αυτή η αίσθησή της. Άδεια. Χωρίς πολλούς θορύβους. Χωρίς φωνές. Χωρίς εκείνους που περπατούν σκυφτοί και σκοντάφτουν πάνω σου μουγκρίζοντας συγκαταβατικά. Χωρίς εκείνον τον εκνευρισμό που μας κάνει να ξεχνάμε πως ο κάθε άνθρωπος που περπατάει δίπλα μας, κουβαλάει και την μικρή του ιστορία μαζί.

Άδεια πόλη. Πιο ήρεμη μοιάζει να είναι. Κυρίως πιο ανθρώπινη. Και κάπως πιο γραφική. Στιγμές σαν να νιώθεις πως σε γυρνάει χρόνια πίσω. Τότε που ήταν πιο όμορφη. Υπήρξα τυχερή που την πρόλαβα έτσι. Κι αυτή η καλοκαιρινή της ηρεμία, σου δημιουργεί ένα αίσθημα ασφάλειας. Ίσως και ευχαρίστησης. Που είσαι εδώ και την περπατάς. Όπως τότε.

Κάνει ζέστη σήμερα. Πολλή. Μα το σπίτι δεν με κρατά. Μετρό θα πάρω, λίγες στάσεις και είμαι εκεί. Στο κέντρο που αγάπησα. Τελευταίως περισσότερο. Πολύ κοντά του μεγάλωσα άλλωστε.

Κάπως πιο διαφορετικό μοιάζει. Τώρα που είναι πιο άδειο από όσο συνήθως. Που οι ρυθμοί έχουν πέσει. Που οι άνθρωποι φαίνονται πιο ήρεμοι. Και πιο χαρούμενοι. Στο κάνει το καλοκαίρι αυτό. Ενίοτε.

Και σαν ο θόρυβος να αλλάζει. Δεν είναι πια οι φωνές και τα βρισίδια των μποτιλιαρισμένων οδηγών. Δεν είναι τα οργισμένα συνθήματα όσων έχουν αδικηθεί που περπατάνε μπουλούκι στις πορείες. Δεν είναι τα κορναρίσματα και το τρέξιμο και το μαρσάρισμα των λεωφορείων και το άγχος και τα παγωμένα, ανέκφραστα πρόσωπα.

Τώρα είναι οι συζητήσεις από χαρούμενες παρέες. Να μιλάνε για τα μέρη που είδαν. Ή θα δουν. Για την μέρα που θα περάσουν στη θάλασσα. Για τον καφέ που θα πιουν. Είναι τα αγόρια με τις βερμούδες. Είναι τα κορίτσια με τα σανδάλια. Είναι τα κλειστά πανεπιστήμια. Και τα ακόμα περισσότερα κλειστά μαγαζιά. Λόγω διακοπών και μη. Είναι η πόλη πιο όμορφη. Πάντα ήταν. Είναι οι τουρίστες που ανακαλύπτουν εντυπωσιασμένοι τις όμορφες γωνιές της.

Σαν τουρίστας κι εγώ. Στην πόλη μου. Να (ξανα)ανακαλύπτω τις ομορφιές της. Τα απίστευτα, επιβλητικά κτίρια που σιωπηλά στέκονται εκεί. Που όλη την χρονιά τόσο εύκολα προσπερνούσα. Που ξαφνικά συνειδητοποιώ πως ποτέ δεν μπήκα στον κόπο να ψάξω την ιστορία τους. Τόσο σεμνά και περήφανα την κουβαλάνε. Τις ιστορικές γωνιές στις οποίες ποτέ δεν στάθηκα να ρίξω ένα βλέμμα. Κι όμως το να ανακαλύπτεις ξανά, κρύβει μέσα του μια κάποια παιδικότητα. Από χρόνια χαμένη.

Άδεια πόλη. Κάνει ζέστη. Και τα πόδια βαραίνουν. Δεν προχωράνε άλλο. Με οδηγούν αργά σε μια από τις γνωστές ταράτσες. Αυτές που ανακάλυψα πρόσφατα. Και που δημιούργησα τόσες αναμνήσεις εκεί. Ένα αυθόρμητο γλυκόπικρο χαμόγελο. Πού να’ναι τώρα; Ο καφές στο τραπεζάκι μπρος μου κι όλη η Αθήνα να απλώνεται στα πόδια μου. Και ένα μπλε πάνω από το κεφάλι μου. Όμορφα.

Μου λείπει και δεν μου λείπει. Που ξέμεινα εδώ. Μόνη. Συνήθισα ξανά. Που μικρές ημερήσιες αποδράσεις δεν έγραψαν – και - το όνομά μου πάνω τους. Που εγκλωβίστηκα ξανά. Που ξεχάστηκα έτσι απλά. Μα μυρίζει γιασεμί εδώ και όλα ξαφνικά γίνονται καλύτερα. Καλοκαίρι είναι. Κι ας μη μοιάζει έτσι μέσα μου.

Σουρουπώνει. Η πιο αγαπημένη μου ώρα. Η στιγμή που οι μικρές φωτεινές κουκίδες εμφανίζονται. Η στιγμή που η Αθήνα απλώνεται στα πόδια μου με χιλιάδες μικροσκοπικά φωτάκια αναμμένα. Ο καφές γίνεται κρασί. Και συνεχίζει να μυρίζει γιασεμί.

Έπειτα η γνωστή διαδρομή. Με τα πόδια. Στα πλακόστρωτα. Αλλιώτικη μου φαίνεται τώρα. Μα και ίδια ταυτόχρονα. Ξαναστέκομαι στις όμορφες γωνιές. Θυμάμαι. Αναπολώ. Χαμογελώ.

Άδεια πόλη. Και πιο ήρεμη. Πιο ανθρώπινη. Σήμερα σαν να ήταν όλη δική μου. Κι ας μην ήταν. Το συνήθισα πια.

Στην επιστροφή χαμογελούσα. Κι ας έκανε μια διαολεμένη ζέστη που μου έλιωνε το κορμί. Ήταν μια μέρα δική μου. Σαν τουρίστας σε μια καινούργια πόλη. Να ανακαλύπτω τις ομορφιές της. Στην πόλη μου.

Άδεια πόλη. Αύγουστος στην Αθήνα. Μπορεί. Είναι. Θα μπορούσε. Να είναι. Όμορφα.

2014/08/19

τέλος πάντων

Να το πάλι. Να μην ξέρω τι ταιριάζει πιο πολύ. Ευχαριστώ ή συγνώμη. Χαμόγελο ή δάκρυ. Θυμός ή κατανόηση. Θέση να βρουν οι λέξεις προσπαθούν. Χωρίς απαντήσεις να χρειάζεται να δώσουν.  

Τέλος πάντων.

Ίσως απλά να κλείνει ένας κύκλος. Όχι απαραίτητα για να ανοίξει ένας άλλος. Αλλάζει η ζωή. Κι οι συνήθειες. Κι οι ανάγκες. Κι οι άνθρωποι πιο πολύ. Οι στιγμές περισσότερο.

Τέλος πάντων.

Μια φράση να γίνεται συνήθεια κάθε φορά που η πραγματικότητα προδίδει τις προσδοκίες. Κάθε φορά που η ανάμνηση επιστρέφει. Και πονάει χαμογελώντας. Ή χαμογελά πονώντας. Για να σε πάει παρακάτω. Κι ας μην προχωράς ποτέ ξανά ο ίδιος.

Τέλος πάντων.

Στιγμές μοιάζει το πριν να ήταν πιο ασφαλές. Κι ας μην. Σε όσες στιγμές του. Σε όλες τις στιγμές του. Που τίποτα δεν σου χαμογελούσε. Που κανέναν δεν χρειαζόσουν. Όταν δεν αντίκριζες το φως. Όταν κανείς δεν άπλωνε το χέρι για να περπατήσει μαζί σου. Μια διαδρομή. Αυτή την διαδρομή. Όποια διαδρομή. Και την επόμενη. Και όσες ακόμη.

Τέλος πάντων.

Μπορεί να μην υπάρχει καν απάντηση. Μπορεί κιόλας οι λέξεις που ακουμπούν στα χέρια να μην είναι αρκετές για να κλείσουν μέσα τους όσα νιώθεις. Ή θα ήθελες να πεις. Οριζόντιες παρενθέσεις που τυλίγονται σε κορμιά. Μα κι αν τυλίγουν το κορμί, πιο πολύ ακουμπούν στην ψυχή. Κάπως έτσι πρέπει να είναι.

Τέλος πάντων.

Ίσως οι παρουσίες είναι μοιραίο να γίνουν απουσίες. Ίσως ο ρόλος τους να είναι ακριβώς αυτός. Να έρθουν. Να σου μάθουν. Να σε αλλάξουν. Να σου πουν την ιστορία τους για να βρεις κομμάτια σου μέσα τους. Να σου φτιάξουν κάτι όμορφο για να έχεις να θυμάσαι. Να μοιραστούν στιγμές μαζί σου. Κι έπειτα να χαθούν. Όπως ήρθαν.

Τέλος πάντων.

Μα αν δεν είχες μάθει στο σκοτάδι, πώς θα χαιρόσουν το φως;

Αν δεν είχες πέσει, πώς θα’ξερες πώς να σηκωθείς;

Αν δεν σου’κλειναν το στόμα, πώς η ανάσα θα έμοιαζε αλλιώτικη;

Αν δεν μοιραζόσουν μια στιγμή, πώς θα μάθαινες να μοιράζεσαι ζωή;

Τέλος πάντων.

Κορμιά που αγγίζεις κι όμως δεν είναι εκεί. Μικροί εξαναγκασμοί που παίρνουν περισσότερα από όσα δίνουν. Βλέμματα άδεια που έπαψαν να συναντιούνται. Σιωπές συναισθήματος που έδωσαν την θέση τους στο κενό.

Τέλος πάντων.

Θα’θελα. Να μη με νοιάζει θα’θελα. Να μη ραγίζει το μέσα μου θα’θελα.

Να μοιραζόμουν πιο πολλά θα’θελα. Να προλάβαινα θα’θελα.

Τέλος πάντων.

Επιστροφή στο σκοτεινό δωμάτιο. Αυτή τη φορά, η πόρτα κλείνει πίσω μου. Χωρίς πόνο. Και με. Χωρίς φόβο. Και με. Χωρίς απώλειες. Και με.

Τέλος πάντων.


Με ένα τέλος πάντων δεν κυλάει η ζωή. 

2014/08/04

ίσως

χάνονται κι επιστρέφουν
μαραίνονται και ξανανθίζουν
μελαγχολούν και χαμογελούν
ξανά
ίσως λίγο ίδια
ίσως λίγο διαφορετικά
σχέσεις, στιγμές, άνθρωποι, ανάσες

ίσως έλειψαν για καιρό
ίσως ο καιρός (μας) αλλάζει
ίσως εγώ άλλαξα πιο πολύ από όλους
ίσως έμαθα να μην χρειάζεται να εξηγώ
ίσως έμαθα να διαβάζω τα βλέμματα
ίσως συνήθισα να διαβάζουν τα δικά μου
ίσως όσα πριν ανεχόμουν να μην μπορώ πια
ίσως τα απλά και τα αληθινά να είναι η μόνη επιλογή
ίσως μεγαλώνω
ίσως απλά κουράστηκα

μα η αλήθεια κοστίζει
στερεί, προσφέρει και επαναπροσδιορίζει
συναισθήματα, στιγμές και σχέσεις
και γίνεται κομμάτι μικρών ιστοριών
με τελείες
με παύλες
με αποσιωπητικά
άλλες που τελειώνουν
άλλες που απορρίπτεις
άλλες που συνεχίζονται
κι όμως πάντα κομμάτι σου θα μένουν

κι ό,τι φεύγει πάντα θα σου λείπει
ό,τι χάνεται θα σε πονάει περισσότερο
ξεχειλωμένα όρια που δεν πάνε παραπέρα 
για όσα σου λείπουν ενώ δίπλα σου είναι
για όσα χάνονται ενώ στα μάτια σε κοιτάνε
για όσα ουρλιάζουν την στιγμή που σιωπούν 
σαν να ψηλαφίζεις στο σκοτάδι λίγο πριν βουλιάξεις μοιάζει

χάνομαι κι επιστρέφω
μαραίνομαι και ξανανθίζω
μελαγχολώ και χαμογελώ
ξανά
ίσως λίγο ίδια
ίσως λίγο διαφορετικά
ίσως τα ίδια να μην είναι τόσο ίδια τελικά

2014/07/24

νυχτερινά


λίγο πριν την στροφή τη γνωστή

που πάλι δεν θα προσπεράσω

όπως τόσες και τόσες σε τόσα χρόνια

με το βλέμμα να μοιράζεται παντού

στα φώτα του δρόμου

στα λαμπάκια του ταμπλό

στον τίτλο του τραγουδιού με φόντο χρώμα πορτοκαλί

λες και χρειάζεται το μάτι να αναγνωρίσει αυτό που γεμίζει τα αυτιά

πιο δυνατά

κι άλλο

και λίγο ακόμα

για εκείνο το λιώσιμο

το χάσιμο

όπως κάθε φορά

 

λίγο πριν την στροφή την γνωστή

να κοιτάω

το πόδι στο γκάζι

πότε-πότε στο φρένο

τον δρόμο που απλώνεται μπροστά

χιλιόμετρα που μια ανάγκη περίεργη περνάει κάτω από τις ρόδες μου

δρόμος

όλος μπροστά κι όλος δικός μου

σαν λύτρωση μοιάζει

κι αν πρέπει να φωνάξεις, φώναξε

κι αν έτσι πρέπει να ξεσπάσεις, κάντο

κι αν σε ένα τραγούδι βρίσκεσαι, δυνάμωσέ το μέχρι να πονέσει το μυαλό

ανάσα θα γίνει

 

μια στιγμή να κλείσουν τα μάτια

για δευτερόλεπτα

μόνο ίσως για να κρατηθεί μια στιγμή

μόνο ίσως για να φυλακιστεί μια εικόνα

στο μυαλό

εκεί που όλα υπάρχουν και που πάντα θα

όσο κρατά η ανάσα

στο μυαλό όλα

εκεί που κρατούνται

βιώνονται

νιώθονται

και θα

για να φύγουν για λίγο και να επιστρέψουν ξανά

και ξανά θα κρατηθεί η στιγμή

θα φυλακιστεί η εικόνα

κι εκείνη η αίσθηση

πες το ηρεμία

πες το ελευθερία

πες το στιγμή δική σου

και δική μου

 

κι αν πρέπει να φωνάξεις, φώναξε

κι αν έτσι πρέπει να ξεσπάσεις, κάντο

στην στροφή την γνωστή

που πάλι δεν θα προσπεραστεί

όχι στην ομορφιά την αποψινή

κι όχι στις μυρωδιές τις αποψινές

στάση ξαφνική

στην άκρη του δρόμου

πόρτα ανοίγει

πόδια περπατούν

μάτια κοιτάνε τον ουρανό

όπως τόσες και τόσες φορές στα χρόνια μου

 

μπερδεύεται

μπλέκεται

το μαύρο του ουρανού

με το μαύρο του αυτοκινήτου

και με το μαύρο του μυαλού

γίνονται ένα

χρώμα δικό μου έχει γίνει

ο φόβος δεν είναι για το σκοτάδι

ο φόβος είναι για όσα κρύβονται στο σκοτάδι

όσα ανασαίνουν κι όσα δεν

για όσα αληθινά δεν είναι

για όσα εδώ δεν είναι

 

παιχνίδια της σκέψης

που στιγμές γίνονται όλα όσα φοβάσαι

και που θέση καμία δεν έχουν απόψε

καλοκαίρι είναι

όμορφο βράδυ είναι

εποχή που όλα γύρω σου θα έπρεπε να είναι πιο φωτεινά

πιο χρωματιστά

πιο, πιο και πιο

εμμονές του πρέπει

για την σωστή την στιγμή που αδυνατώ να κατανοήσω

πότε είναι εντάξει για ένα γέλιο ή ένα κλάμα;

πότε για μια χαρά ή μια στενοχώρια;

πότε για ένα χαμόγελο ή μια μελαγχολία;

πότε για να αφεθείς ή να εγκλωβιστείς;

 

όχι άλλες σκέψεις

τα μυστήρια του κόσμου δεν θα λυθούν απόψε

μόνο λίγες στιγμές θα κρατηθούν

μόνο το μυαλό να γεμίσει με εικόνες

και μυρωδιές

κι ένα αεράκι να χαϊδεύει το κορμί

χέρια απλωμένα

σαν να αγκαλιάζεις τον ουρανό μοιάζει

 

αν με ψάξεις, εκεί θα με βρεις

λίγο πριν την στροφή την γνωστή

να κοιτάζω τον ουρανό

να μετράω τα αστέρια

να χάνω το μέτρημα και να ξεκινάω από την αρχή

να μπερδεύεται ο αέρας στο φόρεμά μου

να με αγγίζει παντού

να γίνομαι ένα μαζί του

αιώρηση στον χώρο

σαν τα πόδια στην γη να μη πατάνε

κι όμως

 

αν με ψάξεις, εκεί θα με βρεις

κοίτα με μα τίποτα μη ρωτήσεις

τίποτα μη μου πεις

δεν χρειάζεται

κάτσε πλάι μου

να σιγομουρμουρίσουμε το τραγούδι από τα ηχεία του αυτοκινήτου

να βουλιάξουμε σε έναν στίχο

να κάνουμε τσιγάρο

να κοιταχτούμε για μια στιγμή

και μετά να σηκώσουμε το βλέμμα

να κοιτάξουμε τις φωτεινές κουκκίδες που λέμε αστέρια

να ανοίξουμε τα χέρια να μας αγκαλιάσει ο αέρας

λόγια δεν χρειάζονται για να κρατηθεί η στιγμή

δική σου και δική μου θα γίνει

ανάμνηση θα γίνει

ανάσα είναι

 

και τα μαλλιά να πέφτουν στην γυμνή πλάτη

σαν το χάδι που λείπει

σαν εκείνο που δεν θα έρθει ποτέ

σαν την ασφάλεια όταν το κεφάλι ακουμπάει σε έναν ώμο
λες κι είναι έρωτας μισός

σαν αγάπη αληθινή

σαν στιγμή

λες κι ανασαίνεις

σε όσα αγγίζεις και σε όσα δεν
με όλα όσα νιώθεις και με όσα δεν

λίγο πριν την στροφή την γνωστή
με εικόνες γεμάτη
με μυρωδιές ποτισμένες στο δέρμα
με συναισθήματα αληθινά
με σιγουριά
με χαμόγελα
μια πόρτα να κλείνει
ένα τραγούδι να δυναμώνει
ένα κορμί να λικνίζεται στον ρυθμό
μια διαδρομή να (ξανα)ξεκινά
χιλιόμετρα κάτω από τις ρόδες μου
κι ένα χαμόγελο απλωμένο στο πρόσωπο

λίγο πριν την στροφή την γνωστή
που ίσως ξαναπροσπεράσω
ένα βράδυ
όπως όλα τα άλλα
μα και λίγο διαφορετικό
που δεν θα ξεχάσεις
μη ξεχάσεις
φεύγοντας πάρε με μαζί σου

2014/06/22

ξανά να..



να σταθώ μια στιγμή
ήρεμη, ακίνητη
να σκεπαστώ μέχρι το κεφάλι
να σφίξω πιο πολύ το μαξιλάρι
να αφουγκραστώ σιωπές
να φέρω μελωδίες στα αυτιά
και να λιώσω μέσα τους
να κλείσω τα μάτια τα χρώματα να δω
να βουλιάξω
και να αναδυθώ ξανά
όπου 
όποτε
όπως
πρέπει να πέσεις πριν μάθεις να περπατάς

κι ό,τι πόνεσε, θα περάσει
κι ό,τι πονάει ακόμα, χαμογέλα του
μικραίνει κάπως σαν του χαρίζεις λίγο από το φως σου
ίσως ο ρόλος του μαχαιριού δεν είναι να κόψει
ίσως να πρέπει απλά να χαράξει
για το θάρρος του βήματος στο παρακάτω
για την στιγμή που θα γίνει δική σου
για το συναίσθημα που θα μοιραστεί σιωπηλά 
λίγο ίδια, λίγο αλλιώς
 
και μετά
ξανά σε καινούργιες διαδρομές
να νιώσω την βροχή στο δέρμα μου
να μυρίσω το ανθισμένο λουλούδι στη γλάστρα
να πλημμυρίσουν τα μάτια με χρώματα και εικόνες και βλέμματα
να γεμίσει και πάλι η ψυχή
και ό,τι άλλαξε να επιστρέψει ξανά
από πριν καλύτερα
από πριν πιο δυνατά 
σαν τον ήλιο του καλοκαιριού
σαν το κύμα που αγγίζει τα πόδια
πρέπει να χαμογελάσεις για να μάθεις να ζεις
πρέπει να μοιραστείς για να μάθεις να αγαπάς